Στασιμότητα στη
διαπραγμάτευση με το ΔΝΤ να επιμένει και την ελληνική πλευρά να προσπαθεί να
κερδίσει τη «μάχη των αριθμών». Είναι πολύ το 1% λέει το υπ. Εργασίας. «Οχι»
του Ταμείου στις συλλογικές συμβάσεις.
Σκηνικό μίνι εμπλοκής,
που ενδέχεται να οριστικοποιηθεί ή να αποσοβηθεί σήμερα το πρωί, στήθηκε το
Σαββατοκύριακο στο Χίλτον, καθώς τόσο στο ασφαλιστικό όσο και στα εργασιακά οι
εκπρόσωποι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου εμφανίζονται αμετακίνητοι στις
θέσεις τους: Ζητούν μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1% εφάπαξ, από το
2019 ή έστω από το 2020, με περικοπή των προσωπικών διαφορών, και δεν συζητούν
οποιαδήποτε αλλαγή στο θεσμικό πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων, όπως ζητά η
ελληνική κυβέρνηση. Και από δίπλα, οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών ακούν,
χωρίς να αντιδρούν ή να εκφράζουν ενστάσεις στην απόλυτη αλλά και ξεκάθαρη
στάση του Ταμείου.
«Ζούμε τη μέρα της
Μαρμότας». Ζητούν ξανά ό,τι ζητούσαν πριν από τα Χριστούγεννα, δεν έχει γίνει
καμία πρόοδος, δήλωναν χθες, στο Euro2day.gr στελέχη του υπουργείου Εργασίας
που συμμετέχουν στα τεχνικά κλιμάκια, τα οποία συνεδριάζουν όλες αυτές τις
μέρες, παράλληλα με τις άκαρπες συναντήσεις των επικεφαλής θεσμών και
υπουργείων.
Οι λίγες ελπίδες για να
υπάρξει και να καταγραφεί κάποια συμφωνία πριν από την αποχώρηση των εκπροσώπων
των δανειστών είναι να βρεθεί η χρυσή τομή στο ασφαλιστικό και να καταγραφεί
στα πρωινά τεχνικά κλιμάκια κάποια πρόοδος σε επίπεδο «στοιχείων».
Άλλωστε, όλες τις
προηγούμενες ημέρες δόθηκαν αρκετές «μάχες», με την ελληνική πλευρά να
προσπαθεί να πείσει ότι «οι αριθμοί του ΔΝΤ δεν βγαίνουν». Έχοντας αντιστρέψει
τους ρόλους σε σχέση με όλες τις συναντήσεις του παρελθόντος, στο υπουργείο
Εργασίας ακολουθούν πλέον νέα «διαπραγματευτική γραμμή», σύμφωνα με την οποία η
συνταξιοδοτική δαπάνη βαίνει μειούμενη και δεν απαιτούνται επιπλέον περικοπές
παροχών. Τουλάχιστον όχι 1%.
Άλλωστε, επισημαίνουν ότι
το σύνολο των προσωπικών διαφορών, ακόμη και σε συντάξεις πολύ χαμηλές, τις
οποίες και θέλει να διασώσει πάση θυσία η κυβέρνηση, είναι σημαντικά κάτω από
1% του ΑΕΠ, κοντά στο 0,75%.
Ο στόχος για εξοικονόμηση
1,8 δισ. ευρώ χωρίς δραστικό “μαχαίρι” στις συντάξεις φαντάζει ακατόρθωτος, ενώ
στο οπλοστάσιο της ελληνικής κυβέρνησης φαίνεται πως υπάρχουν κάποια “όπλα”,
όπως για παράδειγμα οι σημαντικά υψηλές αποδόσεις του κοινού κεφαλαίου, στο
οποίο έχουν τοποθετηθεί τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία
της ΤτΕ, η απόδοση του ειδικού κεφαλαίου κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2016
ανήλθε σε 3,12%, κοντά στο 3,23% του πρώτου εξαμήνου του ίδιου έτους και
σημαντικά αυξημένη από τις αποδόσεις για παράδειγμα του 2014, που κινούνταν στο
1,77% και 1,07% κατά το α’ και β’ εξάμηνο αντίστοιχα.
Ακόμη κι αυτές βέβαια οι
σημαντικές αποδόσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αύξηση των εσόδων του ΕΦΚΑ,
όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να ανέλθουν σε 1,8 δισ. ευρώ. Και σίγουρα
όχι με τη μία, που επιζητά το ΔΝΤ. Κι εδώ έγκειται η δεύτερη σημαντική διαφορά
που χωρίζει τις δύο πλευρές. Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας ζητεί την όποια
μείωση να την εφαρμόσει σταδιακά, σε βάθος τριών ή ακόμη και πέντε χρόνων.
Αντίθετα, το Ταμείο ζητεί περικοπές εφάπαξ, έστω και από το 2020. Βέβαια
κρατάει στο τραπέζι και το 2019, μόνο και μόνο για να το χρησιμοποιεί κατά τη
διαπραγματευτική του τακτική.
Διαφωνίες με το καλημέρα
υπάρχουν και αναφορικά με τα λεγόμενα “αντίμετρα” που προτείνονται από την
πλευράς της ελληνικής κυβέρνησης και αφορούν καθαρά το υπουργείο Εργασίας. Για
παράδειγμα, την ίδια στιγμή που οι δανειστές εγείρουν σημαντικά προσκόμματα στη
χρηματοδότηση του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης κατά το 2018, ζητώντας
μεγαλύτερες περικοπές κοινωνικών επιδομάτων όπως τα οικογενειακά και τα
αναπηρικά, η ελληνική πλευρά εμφανίζεται να ζητεί και νέα κοινωνικά επιδόματα,
για νέους που πλήττονται από την ανεργία αλλά και για συνταξιούχους.
Στον αντίποδα, οι
δανειστές επιμένουν ότι σχεδόν το σύνολο της προνοιακής πολιτικής θα πρέπει στο
άμεσο μέλλον να εφαρμόζεται μέσω ΚΕΑ, κάτι που απορρίπτει η κυβέρνηση,
θεωρώντας ότι το ΚΕΑ για όλους μπορεί να αποτελέσει «παγίδα» φτώχειας και δεν
πρέπει να επεκταθεί.
Αρνητικό ήταν το κλίμα
και κατά τη χθεσινή συνάντηση για τα εργασιακά, με την ελληνική πλευρά να
θεωρεί ότι το ΔΝΤ δεν θέλει να καταλάβει την αναγκαιότητα για επαναφορά των
συλλογικών διαπραγματεύσεων, με βάση τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές.
Βέβαια, τα εργασιακά δεν πρόκειται να «κλείσουν», αν δεν κλείσει πρώτα το
δημοσιονομικό και κατά συνέπεια το ασφαλιστικό, καθώς ούτε οι δανειστές, ούτε
πολύ περισσότερο η ελληνική πλευρά θέλουν να ανοίξουν όλα τα χαρτιά τους στο
τραπέζι.
Άλλωστε, το μέγεθος των
υποχωρήσεων στα υπόλοιπα ανοικτά θέματα θα κρίνει και το αποτέλεσμα στα
εργασιακά, που για την ελληνική κυβέρνηση είναι θέμα-ορόσημο.
- Της Ρούλας Σαλούρου από το http://www.euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου