Μετά τη συνθηκολόγηση της κυβέρνησής μας, αμέσως μετά το
δημοψήφισμα, το «αφήγημα των νικητών» (που συμπεριελήφθη μάλιστα στο αγγλικό
κείμενο του 3ου Μνημονίου) έχει ως εξής: Στα τέλη του 2014 η ελληνική οικονομία
ανέκαμπτε. Αν ο λαός δεν «έσφαλλε» εκλέγοντάς μας, η ανάκαμψη θα συνεχιζόταν
και το Μνημόνιο σύντομα θα αποτελούσε παρελθόν. Όμως η διαπραγματευτική στάση
που κράτησε η κυβέρνηση Τσίπρα απέναντι στους δανειστές, με πρωταγωνιστή τον
υπογράφοντα, βούλιαξε την οικονομία ξανά στην ύφεση και εξανέμισε το μικρό
πρωτογενές πλεόνασμα που με τόσο κόπο είχε δημιουργήσει η προηγούμενη
κυβέρνηση. «Ευτυχώς», την ύστατη στιγμή ο πρωθυπουργός έκανε πίσω,
αντικατέστησε τον υπουργό Οικονομικών που κόστισε στη χώρα από 20 μέχρι και 90
δισ., και έσωσε την παρτίδα, ίσως και την πατρίδα.
Υπονόμευσα την
ανάκαμψη;
Αν ήμουν «καλός πολιτικός», θα χρησιμοποιούσα τα επίσημα
στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για να «αποδείξω» ότι, επί υπουργίας μου, η ανάκαμψη
ενισχύθηκε με τον ρυθμό της να ξεπετάγεται την περίοδο Απριλίου-Ιουνίου στο
1,6% – πιο ψηλά από τον ρυθμό που υποσχόταν (1,4%) η κυβέρνηση Σαμαρά για την
ίδια περίοδο. [1]
Δεν είμαι όμως «καλός πολιτικός», καθώς επιμένω να λέω την
αλήθεια. Κι η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικονομία δεν ανέκαμψε επί υπουργίας
μου. Όπως βεβαίως δεν υπήρξε καμία ανάκαμψη το 2014 επί ημερών των κ. Σαμαρά -
Χαρδούβελη. Επί της ουσίας, τόσο στα τέλη του 2014 όσο και πιο πρόσφατα, τα
εισοδήματα συνεχίζουν να συρρικνώνονται. Επειδή όμως οι μέσες τιμές μειώνονται
πιο γρήγορα από τα εισοδήματα, το «πραγματικό» ΑΕΠ μοιάζει να ανεβαίνει.
Πρόκειται για οφθαλμαπάτη της στατιστικής. [2]
Η κυβέρνησή μας δεν επέστρεψε λοιπόν τη χώρα στην ύφεση,
καθώς ποτέ δεν βγήκαμε από την ύφεση. Ούτε σταμάτησε μια έξοδο από το Μνημόνιο
που ήταν αποκύημα της φαντασίας του κ. Σαμαρά. Αν μη τι άλλο, η ύφεση των
εισοδημάτων παρέμεινε σταθερή, την ώρα που οι τιμές υποχωρούσαν πιο γοργά, τα
χρέη αυξάνονταν και η χώρα βούλιαζε όλο και πιο πολύ.
Αρνήθηκα τη «δόση»
της τρόικας και «έχασα» τα 10,9 δισ. του ΤΧΣ;
Στόχος μας ήταν μια συμφωνία που να είναι βιώσιμη και να μην
ξαναφέρει τη χώρα στα πρόθυρα νέας χρεοκοπίας μερικούς μήνες ή μερικά χρόνια
μετά. «Δεν θα συνηγορήσουμε» είπα στις προγραμματικές δηλώσεις στη Βουλή, «σε
άλλο ένα μεσοπρόθεσμο αδιέξοδο μόνο και μόνο για να πάρουμε 7,1 δισ. τώρα και
να τα δώσουμε στο ΔΝΤ».
Αυτή την άμεμπτη στάση η τρόικα εσωτερικού την μετέτρεψε στο
γνωστό: «Ο Βαρουφάκης θέλει Μνημόνιο χωρίς χρήματα!» Η διαστρέβλωση εκείνη είχε
και το αδελφάκι της: το ανέκδοτο ότι, με τη συμφωνία του Eurogroup της 20ής
Φεβρουαρίου, τους άφησα «να μου πάρουν» τα 10,9 δισ. του Ταμείου
Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) – ποσό σε ομόλογα που ποτέ δεν ήλεγχε το
ελληνικό κράτος έτσι κι αλλιώς και τα οποία η τρόικα θα αποφάσιζε πώς θα τα
διαθέσει στις τράπεζες, είτε έμεναν στο ΤΧΣ είτε τα μετέφεραν στην ευρωπαϊκή
μητρική του, το ΕΤΧΣ, και μετά ξανά στο ΤΧΣ (όπως θα κάνουν τώρα).
Τίποτα λοιπόν δεν μου «πήραν»! Απλά, η τρόικα συνέχιζε να
λειτουργεί βάσει αποικιοκρατιών συμφωνιών που έκανε με προηγούμενες κυβερνήσεις,
με τον φορολογούμενο να δανείζεται υπέρ των τραπεζών, αλλά με τον έλεγχο
σταθερά στα χέρια της τρόικας και των τραπεζιτών.
Έκλεισα τις τράπεζες
ως διαπραγματευτικό χαρτί, με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι ανάγκες κεφαλαιοποίησής
τους κατά 15 δισ. (από 10 σε 25 δισ.);
Οι τράπεζες έκλεισαν για έναν μόνο λόγο: το Eurogroup της
27ης Ιουνίου αποφάσισε να τιμωρήσει την κυβέρνησή μας, και τον γενναίο ελληνικό
λαό, επειδή, αντί να υπογράψουμε την απολύτως μη βιώσιμη συμφωνία που
προσπάθησαν να μας επιβάλουν στο αμέσως προηγούμενο Eurogroup της 25ης Ιουνίου,
αποφασίσαμε να ζητήσουμε τη γνώμη του ελληνικού λαού.
Τόσο απλά. Από τη στιγμή που το Eurogroup έδωσε στην ΕΚΤ το
πράσινο φως να σταματήσει την παροχή νέας ρευστότητας στις τράπεζες, μέσω του
ELA, η μόνη επιλογή που είχα ήταν μεταξύ του να κλείσουμε τις τράπεζες
συντεταγμένα την επόμενη Δευτέρα το πρωί ή να αφήσουμε τον κόσμο να μπαίνει στα
καταστήματα για να διαπιστώσει πως δεν υπήρχαν μετρητά στα γκισέ.
Όσο για τις ανάγκες των τραπεζών σε νέα κεφάλαια, τον Ιούνιο
του 2014 το ΔΝΤ τις υπολόγιζε σε 25 με 30 δισ., την ώρα που στο ΤΧΣ-ΕΤΧΣ είχαν
απομείνει 10,9 δισ. για αυτό τον σκοπό. Βρυξέλλες και Φρανγκφούρτη δεν ήθελαν
να παραδεχθούν ότι το 2012 υποτίμησαν το πρόβλημα με τα «κόκκινα» δάνεια, τα
οποία συρρικνώνουν την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών. Ετσι, περίμεναν την
κατάλληλη ευκαιρία για να φορτώσουν και αυτήν την εγκληματική αστοχία τους στην
κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ: τα capital controls που εκείνοι επέβαλαν τα επικαλούνται
τώρα, ψευδώς, ως τον λόγο για τον οποίο οι τράπεζες χρειάζονται όχι 10 αλλά 25
δισ. Αλλη μια μεταφορά της ευθύνης από τον θύτη στο θύμα, χωρίς αιδώ, ούτε
ίχνος οικονομικής λογικής.
Το συνολικό «κόστος»
που «επέφερα» σε πόσα δισ. ανέρχεται;
Ενας γρήγορος απολογισμός αποδεικνύει ότι ο επιπρόσθετος δανεισμός
που προσέθεσε η εξάμηνη διαπραγμάτευσή μας στα ήδη συμφωνημένα της τρόικας με
τις προηγούμενες κυβερνήσεις είναι... μηδενικός. Το 2ο Μνημόνιο προέβλεπε πως
την περίοδο 2014-2018 απαιτούνταν περί τα 85 δισ. για να χρηματοδοτείται το (μη
βιώσιμο) δημόσιο χρέος μας καθώς και η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Και από
πού θα έρχονταν αυτά τα χρήματα; Θα «προέκυπταν» ως εξής:
■ 7,1 δισ. η τελευταία δόση του Δεύτερου Μνημονίου.
■ 16 δισ. απομένουσες δόσεις του ΔΝΤ η συμφωνία με το οποίο
λήγει τον Μάρτιο του 2016.
■ 29 δισ. από παρανοϊκά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα (της
τάξης του 4,5%), που ποτέ δεν θα μπορούσε να παραγάγει η οικονομία μας.
■ 10,9 δισ. του ΤΧΣ-ΕΤΧΣ για την ανακεφαλαιοποίηση των
τραπεζών.
■ 22 δισ. που θα αντλούσε η κυβέρνηση Σαμαρά από τις...
αγορές (εδώ γελάνε).
Σύνολο 85 δισ. Το μόνο που άλλαξε με το 3ο Μνημόνιο είναι
ότι η τρόικα παραδέχθηκε πως τα χρήματα που είχε υπολογίσει για την
ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών ήταν ανεπαρκή και πως, άλλη μια φορά, οι ανόητοι
στόχοι της για το πρωτογενές πλεόνασμα θα αστοχούσαν. Ετσι, ρίχνοντας το
φταίξιμο στην κυβέρνησή μας, βρήκαν την ευκαιρία να «διορθώσουν» την αριθμητική
τους εις βάρος τού (ήδη μη βιώσιμου) χρέους μας. Την υπόλοιπη ζημιά την έκανε η
συνεχιζόμενη ύφεση που οφείλεται στην άρνηση των δανειστών να αποδεχθούν την
ανάγκη μιας αναδιάρθρωσης χρέους που να προηγείται (αντί να έπεται) του
προσδιορισμού (χαμηλών) πρωτογενών πλεονασμάτων.
Πόσο «κόστισα»
προσωπικά και μέσω των ξένων συμβούλων μου;
Οταν ανέλαβα το υπουργείο, μου είπαν πως έχω στη διάθεσή μου
δύο τεθωρακισμένες BMW. Εδωσα εντολή να μη χρησιμοποιηθούν ούτε μία φορά και να
ενεργοποιηθεί η διαδικασία πώλησής τους. Κυκλοφορούσα με τη μηχανή μου, ως
γνωστόν, εκτός των διαδρομών προς και από το αεροδρόμιο όπου μετέβαινα με
υπηρεσιακό Hyundai δεκαετίας. Κι όταν πετούσα, κάτι που έκανα συνέχεια λόγω
διαπραγμάτευσης, ταξίδευα οικονομική θέση, την ώρα που στο μπροστινό μέρος του
αεροπλάνου συναθροίζονταν ευρωβουλευτές, βουλευτές της αντιπολίτευσης κ.ά.
Πολύς λόγος έχει γίνει για τους συμβούλους μου. Αξίζει μια
ματιά στο πόσο κόστισαν στον ελληνικό λαό: ακριβώς μηδέν! Κανείς σύμβουλός μου
δεν έλαβε ούτε ένα ευρώ. Ούτε ένα! Ποιοι ήταν; Ανάμεσα σε πολλούς, πρώτος ήταν
ο φίλος και συνάδελφος James Galbraith, o οποίος εργαζόταν νυχθημερόν στο υπουργείο
αλλά και ανά την υφήλιο για εμάς. Ο Jeff Sachs, που μοιράστηκε την τεράστια
εμπειρία του στις διαπραγματεύσεις χρεωμένων χωρών με το ΔΝΤ. Ο Larry Summers,
π. υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ.
Ο λόρδος Lamont, π. υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας. Ο κ.
Glenn Kim, ειδικός σε ζητήματα αναδιάρθρωσης χρέους, τον οποίο συνέχισε να
χρησιμοποιεί η κυβέρνηση μετά την παραίτησή μου. Και τέλος η επενδυτική τράπεζα
Lazard, την οποία προηγούμενες κυβερνήσεις πλήρωσαν πολλά εκατομμύρια ευρώ για
τις συμβουλές της – συμβουλές που επί υπουργίας μας διέθετε απολύτως δωρεάν και
με σημαντικό δικό τους κόστος.
Τέλος, μου ασκήθηκε κριτική για το υψηλό κόστος μετάβασης
της διαπραγματευτικής μας ομάδας στις Βρυξέλλες και διαμονής τους εκεί. Απαντώ
πως νιώθω περήφανος γι’ αυτό το «κόστος»! Ηταν το αντίτιμο της αξιοπρέπειας
καθώς καταργήσαμε τις εισβολές των τροϊκανών στα υπουργεία και θέσαμε, μαζί με
τον Πιερ Μοσκοβισί, τις βάσεις για νέα μορφή διαπραγμάτευσης όπου «υπουργοί
μιλούν με υπουργούς και τεχνοκράτες με τεχνοκράτες – στις Βρυξέλλες».
Επιπλέον, το «καθαρό» αντίτιμο ήταν πολύ μικρό αν λάβει
κανείς υπόψη κάτι που λίγοι γνωρίζουν: όταν οι τροϊκανοί έρχονταν/νται στην
Αθήνα, ποιος νομίζετε ότι πληρώνει τη «λυπητερή» (ξενοδοχεία, αεροπορικά,
δείπνα); Ο Ελλην φορολογούμενος!
Υπολόγισε κανείς το
«κόστος» της αξιοπρέπειας;
Τη στιγμή εκείνη που ο κ. Ντάισελμπλουμ, στην κοινή μας
συνέντευξη τύπου της 30ής Ιανουαρίου, φανέρωσε τη δυσαρέσκειά του προς μια
κυβέρνηση αποφασισμένη να περιφρουρήσει τον ορθολογισμό της Ευρώπης και την
αξιοπρέπεια των Ελλήνων, η τρόικα εσωτερικού και εξωτερικού δεν μου την
συγχωρεί.
Με τιμά με την οργή της και με ευφάνταστους υπολογισμούς του
πόσο «κόστισε» το χαμόγελο που ξαναβρήκαν εκατομμύρια Έλληνες και Ελληνίδες όσο
εξελισσόταν η «Άνοιξη της Αθήνας».
- Ένα άρθρο του Γιάνη Βαρουφάκη στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
[1] Θα προσέθετα, μάλιστα, πως το επτάμηνο
Ιανουαρίου-Ιουλίου του 2015, το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε στα 3,712 δισ.,
έναντι πλεονάσματος 2,279 δισ. το αντίστοιχο επτάμηνο του 2014 και στόχου της
κυβέρνησης Σαμαρά για πρωτογενές έλλειμμα 2,988 δισ.
[2] Το «πραγματικό» ΑΕΠ ορίζεται ως ο λόγος του ΑΕΠ σε ευρώ
προς τις μέσες τιμές. Οταν ο αριθμητής του κλάσματος (το σύνολο των εισοδημάτων
σε ευρώ) μειώνεται πιο αργά από τον παρονομαστή (τον δείκτη των μέσων τιμών),
τότε το κλάσμα αυξάνεται! Αυτό όμως είναι δώρον άδωρον καθώς τα χρέη (ιδιωτικά
και δημόσια) αποτιμώνται σε ευρώ. Οσο μισθοί και τιμές μειώνονται, ενώ τα χρέη
αυξάνονται (λόγω τοκισμού), τόσο πιο πολύ βυθίζονται στην πτώχευση οικονομία
και οικογένειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου