Tις προϋποθέσεις συναίνεσης του Δημοσίου σε συμφωνία αναδιάρθρωσης οφειλών επιχειρήσεων μέχρι και σε 120 μηνιαίες δόσεις στο πλαίσιο του εξωδικαστικού μηχανισμού που προβλέπει ο νόμος 4469/2017, ορίζει απόφαση της υφυπουργού Οικονομικών Αικ. Παπανάτσιου.
Οι προϋποθέσεις, όπως αυτές προβλέπονται στο Άρθρο 1 της σχετικής απόφασης, έχουν ως εξής:
1. Το Δημόσιο υπερψηφίζει ορισμένη πρόταση οφειλέτη ή αντιπρόταση πιστωτή για αναδιάρθρωση οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4469/2017, υπό τις κάτωθι προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να πληρούνται σωρευτικά:
(α) Το συνολικό ποσό που προτείνεται να αποπληρωθεί στο Δημόσιο ισούται με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων της παραγράφου 2 του άρθρου 9, με όρους καθαρής παρούσας αξίας.
Για τη διαπίστωση της τήρησης των κανόνων αυτών:
(αα) Για την αξιολόγηση της «αξίας ρευστοποίησης» των περιουσιακών στοιχείων των περιπτώσεων (α) και (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 9, επί της οποίας εφαρμόζονται οι υποχρεωτικοί κανόνες των ανωτέρω περιπτώσεων, το Δημόσιο ελέγχει και λαμβάνει υπόψη τα εξής:
(ααα) Για τα ακίνητα:
Έκθεση εκτιμητή ακινήτων, σύμφωνα με την περίπτωση (ιε) της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4469/2017 και σε περίπτωση που προσκομίζονται από οφειλέτη, συνοφειλέτη ή πιστωτές περισσότερες εκθέσεις εκτιμητών, την πιο πρόσφατη. Εκτίμηση αξίας ακινήτων που περιλαμβάνεται σε έκθεση εμπειρογνώμονα, σύμφωνα με την περίπτωση (ιδ) της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4469/2017, λαμβάνεται υπόψη μόνο όταν βασίζεται σε έκθεση εκτιμητή ακινήτων.
Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται έκθεση εκτιμητή ακινήτων, το Δημόσιο ελέγχει και λαμβάνει υπόψη:
i) Τη φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του ΕΝ.Φ.Ι.Α., σύμφωνα με το ν. 4223/2013, από την τελευταία συντεθείσα δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. - πράξη προσδιορισμού φόρου.
ii) Για ακίνητα για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝ.Φ.Ι.Α., την αντικειμενική αξία αυτών, η οποία προκύπτει κατά τις διατάξεις του άρθρου 41Α του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43Α') και της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών 1144814/26361/ΠΟΛ.1310/30.12.1998 (ΦΕΚ Β' 1328). Για τον υπολογισμό αυτής συμπληρώνεται από τον οφειλέτη ή τον συνοφειλέτη το έντυπο υπολογισμού αξίας «ΑΑ ΓΗΣ» και η ορθότητα του υπολογισμού της βεβαιώνεται από συμβολαιογράφο.
(ααβ) Για τα κινητά:
i) που σχετίζονται με την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, όπως ενσώματα και άυλα πάγια πλην ακινήτων, αποθέματα, χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (π.χ. απαιτήσεις, τίτλοι, καταθέσεις, μετρητά, μετοχές), την αγοραία αξία όπως προκύπτει είτε από πρόσφατη έκθεση οικονομολόγου, μέλους του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, προκειμένου για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών έως και 1.500.000 ευρώ ή απλογραφικά βιβλία είτε από πρόσφατη έκθεση ορκωτού ελεγκτή, προκειμένου για οφειλέτη, που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών μεγαλύτερο των 1.500.000 ευρώ. Ως «πρόσφατη έκθεση» θεωρείται αυτή που έχει συνταχθεί εντός των τελευταίων δώδεκα μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στην εξωδικαστική διαδικασία ρύθμισης οφειλών. Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται η ως άνω έκθεση, το Δημόσιο λαμβάνει υπόψη την αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη και δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα για τον έλεγχο της ως άνω δηλωθείσας αξίας.
ii) που δεν υπάγονται στην ανωτέρω υποπερίπτωση και αφορούν σε κινητά μεγάλης αξίας, ενός εκάστου άνω των 2.000 ευρώ και συνολικά εκτιμώμενα άνω των 30.000 ευρώ, την αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, για τον έλεγχο της οποίας το Δημόσιο δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα και η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται αυτής που αναγράφεται σε εν ισχύ σύμβαση ασφάλισής τους.
iii) μικρής αξίας, η αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη.
(αβ) Ως «ικανότητα αποπληρωμής» νοείται το ποσό που δύναται να αποπληρώσει συνολικά ο οφειλέτης και οι συνοφειλέτες που υπέγραψαν την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, έναντι των οφειλών τους προς όλους τους πιστωτές εντός χρονικού διαστήματος, που για το Δημόσιο ισούται με το χρόνο αποπληρωμής εκατόν είκοσι (120) μηνιαίων δόσεων.
Η «ικανότητα αποπληρωμής», με την έννοια του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και η «μηνιαία δυνατότητα αποπληρωμής», σύμφωνα με το στοιχείο (α) της παραγράφου 5 του άρθρου 15, υπολογίζονται:
(αβα) για νομικά πρόσωπα είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για συνοφειλέτη που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, ως εξής: Με βάση τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων EBITDA) της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας πριν την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, την υποχρέωση αποπληρωμής φόρων, την ανάγκη για πραγματοποίηση επενδύσεων απαραίτητων για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης, καταθέσεις, καθώς και ελάχιστο αναγκαίο ποσό για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης.
(αββ) για φυσικά πρόσωπα που έχουν ατομική επιχείρηση είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για συνοφειλέτη που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, ως εξής: Με βάση τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων EBITDA) της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας, πριν την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, έσοδα από άλλες πηγές, τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, οφειλές που προέρχονται από άλλη αιτία εκτός της άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας, καταθέσεις, καθώς και ελάχιστο αναγκαίο ποσό για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης.
(αβγ) για φυσικά πρόσωπα, όταν πρόκειται για συνοφειλέτη που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη και δεν έχει ατομική επιχείρηση, ως εξής: Με βάση τα έσοδα από κάθε πηγή, όπως δηλώθηκαν στην τελευταία φορολογική δήλωση, πριν την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, εύλογες δαπάνες διαβίωσης, καθώς και τυχόν καταθέσεις. Σε κάθε περίπτωση υπολογισμού ικανότητας αποπληρωμής συνοφειλέτη λαμβάνεται υπόψη το ποσό της συνυπευθυνότητάς του σε σχέση με το συνολικό ποσό των οφειλών αυτού.
(αγ) Η καθαρή παρούσα αξία
Για τον υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας, ως προεξοφλητικό επιτόκιο χρησιμοποιείται το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες (5%).
(β) Οι δόσεις που προτείνονται για την αποπληρωμή του συνολικού ποσού όπως αυτό καθορίζεται στο υπό στοιχείο (α) της παρούσας παραγράφου δεν υπερβαίνουν τις 120 μηνιαίες δόσεις και είναι ισόποσες. Για τον καθορισμό των δόσεων δεν λαμβάνονται υπόψη ποσά υφιστάμενων ρυθμίσεων που εντάσσονται αυτούσια στη σύμβαση, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017.
(γ) Το ύψος εκάστης προτεινόμενης δόσης δεν υπολείπεται των πενήντα (50) ευρώ.
(δ) Η πρώτη δόση είναι καταβλητέα έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την ημερομηνία υπογραφής της συμφωνίας και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα καθενός από τους επόμενους μήνες.
2. Σε περίπτωση που τίθενται σε ψηφοφορία περισσότερες προτάσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, το Δημόσιο υπερψηφίζει μεταξύ αυτών την πρόταση που προβλέπει αποπληρωμή του ποσού της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 σε λιγότερες δόσεις.
3. Το Δημόσιο δεν συναινεί σε διαγραφή απαιτήσεών του, με την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, για βασική οφειλή από τελωνειακούς δασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίοι, ως παραδοσιακοί ίδιοι πόροι, αποτελούν έσοδό της και αποδίδονται στον Ευρωπαϊκό Προϋπολογισμό, ακόμη και σε περίπτωση διαγραφής τους.
4. Το Δημόσιο δεν συναινεί σε περιπτώσεις που διαθέτει δική του μελέτη βιωσιμότητας, βάσει της οποίας το χρέος του οφειλέτη χαρακτηρίζεται ως μη βιώσιμο.
Οι προϋποθέσεις, όπως αυτές προβλέπονται στο Άρθρο 1 της σχετικής απόφασης, έχουν ως εξής:
1. Το Δημόσιο υπερψηφίζει ορισμένη πρόταση οφειλέτη ή αντιπρόταση πιστωτή για αναδιάρθρωση οφειλών κατά τις διατάξεις του ν. 4469/2017, υπό τις κάτωθι προϋποθέσεις, οι οποίες πρέπει να πληρούνται σωρευτικά:
(α) Το συνολικό ποσό που προτείνεται να αποπληρωθεί στο Δημόσιο ισούται με το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων της παραγράφου 2 του άρθρου 9, με όρους καθαρής παρούσας αξίας.
Για τη διαπίστωση της τήρησης των κανόνων αυτών:
(αα) Για την αξιολόγηση της «αξίας ρευστοποίησης» των περιουσιακών στοιχείων των περιπτώσεων (α) και (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 9, επί της οποίας εφαρμόζονται οι υποχρεωτικοί κανόνες των ανωτέρω περιπτώσεων, το Δημόσιο ελέγχει και λαμβάνει υπόψη τα εξής:
(ααα) Για τα ακίνητα:
Έκθεση εκτιμητή ακινήτων, σύμφωνα με την περίπτωση (ιε) της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4469/2017 και σε περίπτωση που προσκομίζονται από οφειλέτη, συνοφειλέτη ή πιστωτές περισσότερες εκθέσεις εκτιμητών, την πιο πρόσφατη. Εκτίμηση αξίας ακινήτων που περιλαμβάνεται σε έκθεση εμπειρογνώμονα, σύμφωνα με την περίπτωση (ιδ) της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του ν. 4469/2017, λαμβάνεται υπόψη μόνο όταν βασίζεται σε έκθεση εκτιμητή ακινήτων.
Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται έκθεση εκτιμητή ακινήτων, το Δημόσιο ελέγχει και λαμβάνει υπόψη:
i) Τη φορολογητέα αξία για τον υπολογισμό του ΕΝ.Φ.Ι.Α., σύμφωνα με το ν. 4223/2013, από την τελευταία συντεθείσα δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. - πράξη προσδιορισμού φόρου.
ii) Για ακίνητα για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝ.Φ.Ι.Α., την αντικειμενική αξία αυτών, η οποία προκύπτει κατά τις διατάξεις του άρθρου 41Α του ν. 1249/1982 (ΦΕΚ 43Α') και της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών 1144814/26361/ΠΟΛ.1310/30.12.1998 (ΦΕΚ Β' 1328). Για τον υπολογισμό αυτής συμπληρώνεται από τον οφειλέτη ή τον συνοφειλέτη το έντυπο υπολογισμού αξίας «ΑΑ ΓΗΣ» και η ορθότητα του υπολογισμού της βεβαιώνεται από συμβολαιογράφο.
(ααβ) Για τα κινητά:
i) που σχετίζονται με την άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, όπως ενσώματα και άυλα πάγια πλην ακινήτων, αποθέματα, χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία (π.χ. απαιτήσεις, τίτλοι, καταθέσεις, μετρητά, μετοχές), την αγοραία αξία όπως προκύπτει είτε από πρόσφατη έκθεση οικονομολόγου, μέλους του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, προκειμένου για οφειλέτη που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών έως και 1.500.000 ευρώ ή απλογραφικά βιβλία είτε από πρόσφατη έκθεση ορκωτού ελεγκτή, προκειμένου για οφειλέτη, που τηρεί διπλογραφικά βιβλία με ετήσιο κύκλο εργασιών μεγαλύτερο των 1.500.000 ευρώ. Ως «πρόσφατη έκθεση» θεωρείται αυτή που έχει συνταχθεί εντός των τελευταίων δώδεκα μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής στην εξωδικαστική διαδικασία ρύθμισης οφειλών. Σε περίπτωση που δεν προσκομίζεται η ως άνω έκθεση, το Δημόσιο λαμβάνει υπόψη την αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη και δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα για τον έλεγχο της ως άνω δηλωθείσας αξίας.
ii) που δεν υπάγονται στην ανωτέρω υποπερίπτωση και αφορούν σε κινητά μεγάλης αξίας, ενός εκάστου άνω των 2.000 ευρώ και συνολικά εκτιμώμενα άνω των 30.000 ευρώ, την αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη, για τον έλεγχο της οποίας το Δημόσιο δύναται να ζητήσει τυχόν διαθέσιμα συνοδευτικά έγγραφα και η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται αυτής που αναγράφεται σε εν ισχύ σύμβαση ασφάλισής τους.
iii) μικρής αξίας, η αξία που αναφέρεται στην αίτηση του οφειλέτη ή συνοφειλέτη.
(αβ) Ως «ικανότητα αποπληρωμής» νοείται το ποσό που δύναται να αποπληρώσει συνολικά ο οφειλέτης και οι συνοφειλέτες που υπέγραψαν την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, έναντι των οφειλών τους προς όλους τους πιστωτές εντός χρονικού διαστήματος, που για το Δημόσιο ισούται με το χρόνο αποπληρωμής εκατόν είκοσι (120) μηνιαίων δόσεων.
Η «ικανότητα αποπληρωμής», με την έννοια του προηγούμενου εδαφίου, καθώς και η «μηνιαία δυνατότητα αποπληρωμής», σύμφωνα με το στοιχείο (α) της παραγράφου 5 του άρθρου 15, υπολογίζονται:
(αβα) για νομικά πρόσωπα είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για συνοφειλέτη που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, ως εξής: Με βάση τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων EBITDA) της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας πριν την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, την υποχρέωση αποπληρωμής φόρων, την ανάγκη για πραγματοποίηση επενδύσεων απαραίτητων για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης, καταθέσεις, καθώς και ελάχιστο αναγκαίο ποσό για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης.
(αββ) για φυσικά πρόσωπα που έχουν ατομική επιχείρηση είτε πρόκειται για τον οφειλέτη είτε για συνοφειλέτη που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, ως εξής: Με βάση τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων EBITDA) της πιο κερδοφόρας χρήσης της τελευταίας τριετίας, πριν την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, έσοδα από άλλες πηγές, τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, οφειλές που προέρχονται από άλλη αιτία εκτός της άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας, καταθέσεις, καθώς και ελάχιστο αναγκαίο ποσό για τη συνέχιση λειτουργίας της επιχείρησης.
(αβγ) για φυσικά πρόσωπα, όταν πρόκειται για συνοφειλέτη που υπέγραψε την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη και δεν έχει ατομική επιχείρηση, ως εξής: Με βάση τα έσοδα από κάθε πηγή, όπως δηλώθηκαν στην τελευταία φορολογική δήλωση, πριν την υποβολή της αίτησης του οφειλέτη, εύλογες δαπάνες διαβίωσης, καθώς και τυχόν καταθέσεις. Σε κάθε περίπτωση υπολογισμού ικανότητας αποπληρωμής συνοφειλέτη λαμβάνεται υπόψη το ποσό της συνυπευθυνότητάς του σε σχέση με το συνολικό ποσό των οφειλών αυτού.
(αγ) Η καθαρή παρούσα αξία
Για τον υπολογισμό της καθαρής παρούσας αξίας, ως προεξοφλητικό επιτόκιο χρησιμοποιείται το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά πέντε ποσοστιαίες μονάδες (5%).
(β) Οι δόσεις που προτείνονται για την αποπληρωμή του συνολικού ποσού όπως αυτό καθορίζεται στο υπό στοιχείο (α) της παρούσας παραγράφου δεν υπερβαίνουν τις 120 μηνιαίες δόσεις και είναι ισόποσες. Για τον καθορισμό των δόσεων δεν λαμβάνονται υπόψη ποσά υφιστάμενων ρυθμίσεων που εντάσσονται αυτούσια στη σύμβαση, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017.
(γ) Το ύψος εκάστης προτεινόμενης δόσης δεν υπολείπεται των πενήντα (50) ευρώ.
(δ) Η πρώτη δόση είναι καταβλητέα έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα από την ημερομηνία υπογραφής της συμφωνίας και οι υπόλοιπες μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα καθενός από τους επόμενους μήνες.
2. Σε περίπτωση που τίθενται σε ψηφοφορία περισσότερες προτάσεις που πληρούν τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, το Δημόσιο υπερψηφίζει μεταξύ αυτών την πρόταση που προβλέπει αποπληρωμή του ποσού της περίπτωσης (α) της παραγράφου 1 σε λιγότερες δόσεις.
3. Το Δημόσιο δεν συναινεί σε διαγραφή απαιτήσεών του, με την έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 15 του ν. 4469/2017, για βασική οφειλή από τελωνειακούς δασμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίοι, ως παραδοσιακοί ίδιοι πόροι, αποτελούν έσοδό της και αποδίδονται στον Ευρωπαϊκό Προϋπολογισμό, ακόμη και σε περίπτωση διαγραφής τους.
4. Το Δημόσιο δεν συναινεί σε περιπτώσεις που διαθέτει δική του μελέτη βιωσιμότητας, βάσει της οποίας το χρέος του οφειλέτη χαρακτηρίζεται ως μη βιώσιμο.
- Πηγή: http://www.eea.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου