Στο ίδιο έργο θεατές για τρίτη συνεχόμενη χρονιά; Δυστυχώς, ο φόβος ότι θα επαναληφθεί και φέτος το σενάριο του «χαμένου φθινοπώρου» είναι από τώρα πολύ μεγάλος. Η συνεδρίαση του EuroWorking Group της Δευτέρας δεν έβγαλε κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι κάτι ουσιαστικό προχώρησε μέσα στο καλοκαίρι, όσον αφορά την εκτέλεση των προαπαιτουμένων.
Με βάση τον προγραμματισμό που υπάρχει αυτή τη στιγμή, στο Eurogroup της επόμενης Παρασκευής, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στο Ταλίν της Εσθονίας, το θέμα Ελλάδα θα απασχολήσει ελάχιστα τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης καθώς το βάρος θα πέσει κατά κύριο λόγο στο να φτιαχτεί ένα «χρονοδιάγραμμα» για το πώς θα κυλήσουν οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές.
Έτσι ο Σεπτέμβριος θεωρείται από τώρα χαμένος, καθώς ακόμη και τα τεχνικά κλιμάκια, που θα παραμείνουν στην Αθήνα για περίπου ένα δεκαήμερο μέσα στον μήνα, το μόνο που θα κάνουν είναι να ελέγξουν την πρόοδο των υπουργείων όσον αφορά την εκτέλεση των προαπαιτουμένων.
Ούτε η δόση των 800 εκατ. ευρώ, που υπολείπεται από τη δεύτερη αξιολόγηση, θα εκταμιευθεί μέσα στον μήνα. Με επίσημη ανακοίνωση, το υπουργείο Οικονομικών ξεκαθάρισε ότι, ακόμη κι αυτό, θα κριθεί στο τέλος Οκτωβρίου, αφού προηγουμένως παραδοθούν τα στοιχεία για την πορεία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών μέχρι και το τέλος Σεπτεμβρίου.
Προηγείται η... Μέρκελ
Τα… σπουδαία αναμένονται μετά τις γερμανικές εκλογές. Και προφανώς δεν θα είναι η 25η Σεπτεμβρίου η καθοριστική ημέρα, καθώς, ακόμη και αν η σημερινή καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ πάρει μια καθαρή νίκη, η Ελλάδα δεν θα είναι το πρώτο θέμα με το οποίο θα ασχοληθεί.
Την επάνοδο των επικεφαλής του κουαρτέτου θα την αποφασίσει το Eurogroup του Οκτωβρίου, στην καλύτερη περίπτωση. Και αυτό αφού οι υπουργοί Οικονομικών ενημερωθούν ότι έχει υπάρξει σημαντική πρόοδος με την εκτέλεση των προαπαιτουμένων. Αν όλα κυλήσουν ομαλά, η «μάζωξη» στο Χίλτον θα γίνει μετά τις 16 Οκτωβρίου και, ο πρώτος γύρος των διαπραγματεύσεων, θα κρατήσει για τουλάχιστον ένα δεκαήμερο.
Αξιολόγηση δεν έχει κλείσει μέχρι τώρα με μόνο μια αποστολή των επικεφαλής. Χρειάστηκαν τρεις ή τέσσερις γύροι, αλλά και διαβουλεύσεις εκτός Ελλάδας, για να κλείσουν τόσο η πρώτη αξιολόγηση όσο και η δεύτερη. Αν επαναληφθεί η ιστορία, τότε ουσιαστικά μιλάμε για ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης στο Eurogroup του Νοεμβρίου, με βάση το πιο αισιόδοξο σενάριο, ή του Δεκεμβρίου, που είναι και το πιο πιθανό.
Αυτό, βεβαίως, υπό την προϋπόθεση ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν θα έρθει έτοιμο να τινάξει τις διαπραγματεύσεις στον αέρα προκειμένου να ανοίξει τον δρόμο για τη δική του αποχώρηση από την Ευρώπη. Δεν είναι μυστικό ότι, κάθε εβδομάδα που θα περνάει μετά τα μέσα Νοεμβρίου χωρίς να φαίνεται στον ορίζοντα η συμφωνία για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, θα «κοστίζει» στην οικονομία καθώς θα επαναφέρει την αβεβαιότητα.
Το κόστος της αβεβαιότητας φάνηκε ξεκάθαρα και στο τελευταίο τρίμηνο του 2016, με την ύφεση να «ξαναχτυπά» σε επίπεδο τριμήνου. Αν η ιστορία επαναληφθεί φέτος, προφανώς δεν θα επιβεβαιωθεί ο στόχος για ανάπτυξη 2% και, αν αυτό συμβεί, θα ανοίξει διάπλατα η συζήτηση για την ικανότητα της Ελλάδας να παράγει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και το 2018 και την περίοδο 2019-2022.
Τα βασικά ζητήματα
Σύμφωνα με αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, δύο είναι τα βασικά στοιχεία από τα οποία θα εξαρτηθεί ο χρόνος ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης. Το πρώτο προαναφέρθηκε: η στάση του ΔΝΤ. Το δεύτερο είναι το αν θα υπάρξει δημοσιονομικό κενό στον προϋπολογισμό του 2018.
Η κυβέρνηση έχει ήδη υποστεί τεράστιο πολιτικό κόστος από το γεγονός ότι υποχρεώθηκε να υπογράψει νέα μέτρα και για το 2019 και για το 2020, ανεβάζοντας τον συνολικό λογαριασμό, μόνο του τρίτου μνημονίου, στα 14,5 δισ. ευρώ.
Αν της ζητήσουν ακόμη περισσότερα μέτρα – όπως για παράδειγμα να φέρει ένα ή δύο χρόνια νωρίτερα τη μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ –, ο κοινωνικός αντίκτυπος θα είναι τεράστιος και μάλιστα σε εξαιρετικά δύσκολο πολιτικό χρόνο (από τις αρχές του 2018 το άρωμα των εκλογών θα γίνεται ολοένα και πιο έντονο, παρά τις διαβεβαιώσεις για εξάντληση της κυβερνητικής θητείας).
Κρίσιμα τα έσοδα
Ο Σεπτέμβριος, ακόμη και αν δεν έχουμε στην Αθήνα τους επικεφαλής του κουαρτέτου για διαπραγματεύσεις στο Χίλτον, θα είναι καθοριστικός μήνας για την τρίτη αξιολόγηση. Με την ολοκλήρωση του τρίτου τριμήνου θα έχει φανεί σε πολύ μεγάλο βαθμό το πού θα κλείσει ο φετινός προϋπολογισμός.
Αν εισπραχθούν κανονικά τα φορολογικά έσοδα του συγκεκριμένου μήνα – δηλαδή η δεύτερη δόση του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και η πρώτη δόση του ΕΝΦΙΑ – και αν ανέβουν τα συνολικά έσοδα του μήνα στο επίπεδο των 6 δισ. ευρώ, υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ο φετινός προϋπολογισμός να κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 2% του ΑΕΠ, να υπερκαλυφθεί ο στόχος του 1,75% και – το κυριότερο – να αποθαρρυνθούν οι φωνές που θα σπεύσουν να θεωρήσουν από τώρα ανέφικτο τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% για το 2018.
Δυστυχώς, όμως, στο σκέλος των εσόδων, τα σημάδια ανησυχίας είναι πολύ έντονα. Η μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων που αποκαλύφθηκε από την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών δηλώσεων προσέγγισε τα 2 δισ. ευρώ και προήλθε, σε πολύ μεγάλο βαθμό, από τη μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων των ελεύθερων επαγγελματιών κατά 20%. Αυτό – δεδομένου ότι οι επαγγελματίες πληρώνουν φόρο από το πρώτο ευρώ – σημαίνει και πολύ μικρότερη βεβαίωση φορολογικών εσόδων.
Είναι άκρως ανησυχητικό το γεγονός ότι ο συνολικός φόρος που βεβαιώθηκε φέτος είναι οριακά χαμηλότερος από τον αντίστοιχο της περυσινής χρονιάς, παρά την αύξηση των φορολογικών συντελεστών. Επίσης, δεν θα περάσει απαρατήρητο από τους δανειστές το γεγονός ότι, και φέτος, τα φορολογικά έσοδα ενισχύονται από πηγές εσόδων οι οποίες είναι αβέβαιο αν θα διατηρηθούν και του χρόνου (π.χ. τα έσοδα από τις κατασχέσεις τραπεζικών καταθέσεων, οι εισπράξεις από τον νόμο για την οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων, τα έκτακτα έσοδα των 296 εκατ. ευρώ από τον ΦΠΑ που κατέβαλε η Fraport για τη σύμβαση των περιφερειακών αεροδρομίων κ.λπ.).
Τέτοιου είδους έσοδα οι δανειστές τα ονομάζουν «παρεμβάσεις με εφάπαξ χαρακτήρα» και τα αφαιρούν από την πρόβλεψη για τα έσοδα της επόμενης χρονιάς.
Λαγκάρντ VS Σόιμπλε
Παρά τις όποιες αποκλίσεις καταγράφηκαν, μέχρι και τον Ιούλιο, στο σκέλος των εσόδων, το 2017 εκτιμάται ότι θα κλείσει εντός δημοσιονομικών στόχων. Όλη η συζήτηση αναμένεται να γίνει στη διαπραγμάτευση για το 2018, ενώ πολλά θα φανούν την πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου, με την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού στη Βουλή.
Όταν η συζήτηση φτάνει στο επίπεδο των πρωτογενών πλεονασμάτων, αναγκαστικά τα βλέμματα στρέφονται στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αυτό είναι που αμφισβητεί έντονα την ικανότητα της Ελλάδας να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% την περίοδο 2018 - 2022 και αυτό είναι που αναμένεται να εγείρει τα περισσότερα εμπόδια στις διαπραγματεύσεις για την τρίτη αξιολόγηση. Τις τελευταίες ημέρες πληθαίνουν οι φήμες ότι το ΔΝΤ θα προσέλθει στη διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης εγείροντας τρία θέματα:
1. Να εφαρμοστεί από την 1.1.2019 (στα πιο ακραία σενάρια και νωρίτερα) αντί για την 1η Ιανουαρίου 2020 η μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 1900 στα 1.250 ευρώ ανά φορολογούμενο, «συνοδεύοντας» την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις.
2. Να μετατεθεί για το 2023 η ενεργοποίηση των δύο «θετικών πακέτων», όταν και ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος θα έχει πέσει από το 3,5% στο «τουλάχιστον 2%», όπως λέει η συμφωνία του Eurogroup.
3. Να εξεταστεί εκ νέου το θέμα της κεφαλαιακής ενίσχυσης των τραπεζών με τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ, θέμα στο οποίο διαφωνεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην οποία ανήκει και η αρμοδιότητα κεφαλαιακού ελέγχου των τραπεζών της Ευρωζώνης.
Τυχόν σκληρή στάση από το ΔΝΤ είτε σχετικά με τα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας είτε σχετικά με την αναγκαιότητα να δοθούν εδώ και τώρα περισσότερες διευκρινίσεις για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα διευθέτησης του ελληνικού χρέους, μπορεί να προκαλέσει σημαντικές καθυστερήσεις. Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι, σε αυτή τη διαπραγμάτευση, δεν θα κριθούν η δυνατότητα παραγωγής πλεονασμάτων από την πλευρά της Ελλάδας και η εκπλήρωση των δεκάδων προαπαιτουμένων, αλλά ο ρόλος του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Δεν αποκλείεται η όλη διαδικασία να κυλήσει ως ένα ντιμπέιτ ανάμεσα στους Ευρωπαίους και τους εκπροσώπους του Ταμείου – με τους Έλληνες για μια ακόμη φορά στη... μέση – σχετικά με το αν θα πρέπει να παραμείνει το ΔΝΤ στην Ευρώπη ή όχι. Μετά τις γερμανικές εκλογές, είναι πιθανό ότι οι αντιδράσεις στο γερμανικό κοινοβούλιο για μια πιθανή αποχώρηση του Ταμείου από την Ελλάδα μπορεί να μην είναι τόσο έντονες, ειδικά αν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φύγει από τη θέση του υπουργού Οικονομικών.
Επιπλέον, ακόμη και αν η Ελλάδα πιεστεί να αποδεχθεί τα νέα μέτρα μέσα στο 2018, είναι αμφίβολο αν η ΕΚΤ θα θελήσει να υπάρξει νέα ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, κάτι που μπορεί να ανοίξει συνολικότερα ζητήματα για το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης.
Τρέχουμε... και βλέπουμε
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα αναμένεται να ρίξει το βάρος στην προώθηση των προαπαιτουμένων, ώστε να μην δοθεί και πάλι το επιχείρημα στην άλλη πλευρά ότι η Ελλάδα καθυστερεί. Θεωρείται από τώρα δεδομένο ότι οι δανειστές θα κάνουν λόγο για σημαντικές καθυστερήσεις, καθώς πολλά από τα προαπαιτούμενα που έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί μέσα στο καλοκαίρι δεν έχουν προχωρήσει.
Ενδεικτικά αναφέρονται ο επανυπολογισμός του 30% των αιτήσεων συνταξιοδότησης που υποβλήθηκαν από τις 13 Μαΐου του 2016 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2016, η δημοσίευση του Προεδρικού Διατάγματος για την απελευθέρωση του επαγγέλματος των μηχανικών, η προσαρμογή του τιμολογίου υπηρεσιών κοινωνικής ωφέλειας στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, η πλήρωση των κενών θέσεων στο διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ, η κινητικότητα στο Δημόσιο (αναμένονται ανακοινώσεις άμεσα) κ.λπ.
Με την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα πρέπει να εκταμιευτούν περίπου 5 δισ. ευρώ προκειμένου να καλυφθούν οι δανειακές υποχρεώσεις της χώρας, αλλά και να συνεχιστεί η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου. Μετά θα εκκρεμούν άλλες τρεις εκταμιεύσεις: 5 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2018, επιπλέον 5 δισ. ευρώ τον Απρίλιο του 2018 και άλλα 3,4 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2018 με τη λήξη του προγράμματος.
Με βάση τον προγραμματισμό που υπάρχει αυτή τη στιγμή, στο Eurogroup της επόμενης Παρασκευής, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στο Ταλίν της Εσθονίας, το θέμα Ελλάδα θα απασχολήσει ελάχιστα τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης καθώς το βάρος θα πέσει κατά κύριο λόγο στο να φτιαχτεί ένα «χρονοδιάγραμμα» για το πώς θα κυλήσουν οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές.
Έτσι ο Σεπτέμβριος θεωρείται από τώρα χαμένος, καθώς ακόμη και τα τεχνικά κλιμάκια, που θα παραμείνουν στην Αθήνα για περίπου ένα δεκαήμερο μέσα στον μήνα, το μόνο που θα κάνουν είναι να ελέγξουν την πρόοδο των υπουργείων όσον αφορά την εκτέλεση των προαπαιτουμένων.
Ούτε η δόση των 800 εκατ. ευρώ, που υπολείπεται από τη δεύτερη αξιολόγηση, θα εκταμιευθεί μέσα στον μήνα. Με επίσημη ανακοίνωση, το υπουργείο Οικονομικών ξεκαθάρισε ότι, ακόμη κι αυτό, θα κριθεί στο τέλος Οκτωβρίου, αφού προηγουμένως παραδοθούν τα στοιχεία για την πορεία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών μέχρι και το τέλος Σεπτεμβρίου.
Προηγείται η... Μέρκελ
Τα… σπουδαία αναμένονται μετά τις γερμανικές εκλογές. Και προφανώς δεν θα είναι η 25η Σεπτεμβρίου η καθοριστική ημέρα, καθώς, ακόμη και αν η σημερινή καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ πάρει μια καθαρή νίκη, η Ελλάδα δεν θα είναι το πρώτο θέμα με το οποίο θα ασχοληθεί.
Την επάνοδο των επικεφαλής του κουαρτέτου θα την αποφασίσει το Eurogroup του Οκτωβρίου, στην καλύτερη περίπτωση. Και αυτό αφού οι υπουργοί Οικονομικών ενημερωθούν ότι έχει υπάρξει σημαντική πρόοδος με την εκτέλεση των προαπαιτουμένων. Αν όλα κυλήσουν ομαλά, η «μάζωξη» στο Χίλτον θα γίνει μετά τις 16 Οκτωβρίου και, ο πρώτος γύρος των διαπραγματεύσεων, θα κρατήσει για τουλάχιστον ένα δεκαήμερο.
Αξιολόγηση δεν έχει κλείσει μέχρι τώρα με μόνο μια αποστολή των επικεφαλής. Χρειάστηκαν τρεις ή τέσσερις γύροι, αλλά και διαβουλεύσεις εκτός Ελλάδας, για να κλείσουν τόσο η πρώτη αξιολόγηση όσο και η δεύτερη. Αν επαναληφθεί η ιστορία, τότε ουσιαστικά μιλάμε για ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης στο Eurogroup του Νοεμβρίου, με βάση το πιο αισιόδοξο σενάριο, ή του Δεκεμβρίου, που είναι και το πιο πιθανό.
Αυτό, βεβαίως, υπό την προϋπόθεση ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν θα έρθει έτοιμο να τινάξει τις διαπραγματεύσεις στον αέρα προκειμένου να ανοίξει τον δρόμο για τη δική του αποχώρηση από την Ευρώπη. Δεν είναι μυστικό ότι, κάθε εβδομάδα που θα περνάει μετά τα μέσα Νοεμβρίου χωρίς να φαίνεται στον ορίζοντα η συμφωνία για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, θα «κοστίζει» στην οικονομία καθώς θα επαναφέρει την αβεβαιότητα.
Το κόστος της αβεβαιότητας φάνηκε ξεκάθαρα και στο τελευταίο τρίμηνο του 2016, με την ύφεση να «ξαναχτυπά» σε επίπεδο τριμήνου. Αν η ιστορία επαναληφθεί φέτος, προφανώς δεν θα επιβεβαιωθεί ο στόχος για ανάπτυξη 2% και, αν αυτό συμβεί, θα ανοίξει διάπλατα η συζήτηση για την ικανότητα της Ελλάδας να παράγει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και το 2018 και την περίοδο 2019-2022.
Τα βασικά ζητήματα
Σύμφωνα με αρμόδια κυβερνητικά στελέχη, δύο είναι τα βασικά στοιχεία από τα οποία θα εξαρτηθεί ο χρόνος ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης. Το πρώτο προαναφέρθηκε: η στάση του ΔΝΤ. Το δεύτερο είναι το αν θα υπάρξει δημοσιονομικό κενό στον προϋπολογισμό του 2018.
Η κυβέρνηση έχει ήδη υποστεί τεράστιο πολιτικό κόστος από το γεγονός ότι υποχρεώθηκε να υπογράψει νέα μέτρα και για το 2019 και για το 2020, ανεβάζοντας τον συνολικό λογαριασμό, μόνο του τρίτου μνημονίου, στα 14,5 δισ. ευρώ.
Αν της ζητήσουν ακόμη περισσότερα μέτρα – όπως για παράδειγμα να φέρει ένα ή δύο χρόνια νωρίτερα τη μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 1.900 στα 1.250 ευρώ –, ο κοινωνικός αντίκτυπος θα είναι τεράστιος και μάλιστα σε εξαιρετικά δύσκολο πολιτικό χρόνο (από τις αρχές του 2018 το άρωμα των εκλογών θα γίνεται ολοένα και πιο έντονο, παρά τις διαβεβαιώσεις για εξάντληση της κυβερνητικής θητείας).
Κρίσιμα τα έσοδα
Ο Σεπτέμβριος, ακόμη και αν δεν έχουμε στην Αθήνα τους επικεφαλής του κουαρτέτου για διαπραγματεύσεις στο Χίλτον, θα είναι καθοριστικός μήνας για την τρίτη αξιολόγηση. Με την ολοκλήρωση του τρίτου τριμήνου θα έχει φανεί σε πολύ μεγάλο βαθμό το πού θα κλείσει ο φετινός προϋπολογισμός.
Αν εισπραχθούν κανονικά τα φορολογικά έσοδα του συγκεκριμένου μήνα – δηλαδή η δεύτερη δόση του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και η πρώτη δόση του ΕΝΦΙΑ – και αν ανέβουν τα συνολικά έσοδα του μήνα στο επίπεδο των 6 δισ. ευρώ, υπάρχουν βάσιμες ελπίδες ο φετινός προϋπολογισμός να κλείσει με πρωτογενές πλεόνασμα πάνω από 2% του ΑΕΠ, να υπερκαλυφθεί ο στόχος του 1,75% και – το κυριότερο – να αποθαρρυνθούν οι φωνές που θα σπεύσουν να θεωρήσουν από τώρα ανέφικτο τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% για το 2018.
Δυστυχώς, όμως, στο σκέλος των εσόδων, τα σημάδια ανησυχίας είναι πολύ έντονα. Η μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων που αποκαλύφθηκε από την εκκαθάριση των φετινών φορολογικών δηλώσεων προσέγγισε τα 2 δισ. ευρώ και προήλθε, σε πολύ μεγάλο βαθμό, από τη μείωση των δηλωθέντων εισοδημάτων των ελεύθερων επαγγελματιών κατά 20%. Αυτό – δεδομένου ότι οι επαγγελματίες πληρώνουν φόρο από το πρώτο ευρώ – σημαίνει και πολύ μικρότερη βεβαίωση φορολογικών εσόδων.
Είναι άκρως ανησυχητικό το γεγονός ότι ο συνολικός φόρος που βεβαιώθηκε φέτος είναι οριακά χαμηλότερος από τον αντίστοιχο της περυσινής χρονιάς, παρά την αύξηση των φορολογικών συντελεστών. Επίσης, δεν θα περάσει απαρατήρητο από τους δανειστές το γεγονός ότι, και φέτος, τα φορολογικά έσοδα ενισχύονται από πηγές εσόδων οι οποίες είναι αβέβαιο αν θα διατηρηθούν και του χρόνου (π.χ. τα έσοδα από τις κατασχέσεις τραπεζικών καταθέσεων, οι εισπράξεις από τον νόμο για την οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων, τα έκτακτα έσοδα των 296 εκατ. ευρώ από τον ΦΠΑ που κατέβαλε η Fraport για τη σύμβαση των περιφερειακών αεροδρομίων κ.λπ.).
Τέτοιου είδους έσοδα οι δανειστές τα ονομάζουν «παρεμβάσεις με εφάπαξ χαρακτήρα» και τα αφαιρούν από την πρόβλεψη για τα έσοδα της επόμενης χρονιάς.
Λαγκάρντ VS Σόιμπλε
Παρά τις όποιες αποκλίσεις καταγράφηκαν, μέχρι και τον Ιούλιο, στο σκέλος των εσόδων, το 2017 εκτιμάται ότι θα κλείσει εντός δημοσιονομικών στόχων. Όλη η συζήτηση αναμένεται να γίνει στη διαπραγμάτευση για το 2018, ενώ πολλά θα φανούν την πρώτη εβδομάδα του Οκτωβρίου, με την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού στη Βουλή.
Όταν η συζήτηση φτάνει στο επίπεδο των πρωτογενών πλεονασμάτων, αναγκαστικά τα βλέμματα στρέφονται στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αυτό είναι που αμφισβητεί έντονα την ικανότητα της Ελλάδας να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% την περίοδο 2018 - 2022 και αυτό είναι που αναμένεται να εγείρει τα περισσότερα εμπόδια στις διαπραγματεύσεις για την τρίτη αξιολόγηση. Τις τελευταίες ημέρες πληθαίνουν οι φήμες ότι το ΔΝΤ θα προσέλθει στη διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης εγείροντας τρία θέματα:
1. Να εφαρμοστεί από την 1.1.2019 (στα πιο ακραία σενάρια και νωρίτερα) αντί για την 1η Ιανουαρίου 2020 η μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 1900 στα 1.250 ευρώ ανά φορολογούμενο, «συνοδεύοντας» την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις.
2. Να μετατεθεί για το 2023 η ενεργοποίηση των δύο «θετικών πακέτων», όταν και ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος θα έχει πέσει από το 3,5% στο «τουλάχιστον 2%», όπως λέει η συμφωνία του Eurogroup.
3. Να εξεταστεί εκ νέου το θέμα της κεφαλαιακής ενίσχυσης των τραπεζών με τουλάχιστον 10 δισ. ευρώ, θέμα στο οποίο διαφωνεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στην οποία ανήκει και η αρμοδιότητα κεφαλαιακού ελέγχου των τραπεζών της Ευρωζώνης.
Τυχόν σκληρή στάση από το ΔΝΤ είτε σχετικά με τα δημοσιονομικά μεγέθη της χώρας είτε σχετικά με την αναγκαιότητα να δοθούν εδώ και τώρα περισσότερες διευκρινίσεις για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα διευθέτησης του ελληνικού χρέους, μπορεί να προκαλέσει σημαντικές καθυστερήσεις. Δεν είναι λίγοι αυτοί που πιστεύουν ότι, σε αυτή τη διαπραγμάτευση, δεν θα κριθούν η δυνατότητα παραγωγής πλεονασμάτων από την πλευρά της Ελλάδας και η εκπλήρωση των δεκάδων προαπαιτουμένων, αλλά ο ρόλος του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα.
Δεν αποκλείεται η όλη διαδικασία να κυλήσει ως ένα ντιμπέιτ ανάμεσα στους Ευρωπαίους και τους εκπροσώπους του Ταμείου – με τους Έλληνες για μια ακόμη φορά στη... μέση – σχετικά με το αν θα πρέπει να παραμείνει το ΔΝΤ στην Ευρώπη ή όχι. Μετά τις γερμανικές εκλογές, είναι πιθανό ότι οι αντιδράσεις στο γερμανικό κοινοβούλιο για μια πιθανή αποχώρηση του Ταμείου από την Ελλάδα μπορεί να μην είναι τόσο έντονες, ειδικά αν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φύγει από τη θέση του υπουργού Οικονομικών.
Επιπλέον, ακόμη και αν η Ελλάδα πιεστεί να αποδεχθεί τα νέα μέτρα μέσα στο 2018, είναι αμφίβολο αν η ΕΚΤ θα θελήσει να υπάρξει νέα ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, κάτι που μπορεί να ανοίξει συνολικότερα ζητήματα για το τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης.
Τρέχουμε... και βλέπουμε
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα αναμένεται να ρίξει το βάρος στην προώθηση των προαπαιτουμένων, ώστε να μην δοθεί και πάλι το επιχείρημα στην άλλη πλευρά ότι η Ελλάδα καθυστερεί. Θεωρείται από τώρα δεδομένο ότι οι δανειστές θα κάνουν λόγο για σημαντικές καθυστερήσεις, καθώς πολλά από τα προαπαιτούμενα που έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί μέσα στο καλοκαίρι δεν έχουν προχωρήσει.
Ενδεικτικά αναφέρονται ο επανυπολογισμός του 30% των αιτήσεων συνταξιοδότησης που υποβλήθηκαν από τις 13 Μαΐου του 2016 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2016, η δημοσίευση του Προεδρικού Διατάγματος για την απελευθέρωση του επαγγέλματος των μηχανικών, η προσαρμογή του τιμολογίου υπηρεσιών κοινωνικής ωφέλειας στους λογαριασμούς της ΔΕΗ, η πλήρωση των κενών θέσεων στο διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ, η κινητικότητα στο Δημόσιο (αναμένονται ανακοινώσεις άμεσα) κ.λπ.
Με την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα πρέπει να εκταμιευτούν περίπου 5 δισ. ευρώ προκειμένου να καλυφθούν οι δανειακές υποχρεώσεις της χώρας, αλλά και να συνεχιστεί η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου. Μετά θα εκκρεμούν άλλες τρεις εκταμιεύσεις: 5 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2018, επιπλέον 5 δισ. ευρώ τον Απρίλιο του 2018 και άλλα 3,4 δισ. ευρώ τον Ιούλιο του 2018 με τη λήξη του προγράμματος.
- Πηγή: http://www.topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου